| Οστεοαρθρίτιδα γόνατοςΗ οστεοαρθρίτιδα γόνατος είναι μια εκφυλιστική πάθηση της άρθρωσης του γόνατος, η οποία αργά και προοδευτικά προκαλεί βλάβες στο χόνδρο και κατ επέκταση στις υπόλοιπες δομές της άρθρωσης του γόνατος. Η οστεοαρθρίτιδα του γόνατος είναι μία από τις συχνότερες εκφυλιστικές παθήσεις των αρθρώσεων και η συχνότητα της αυξάνεται αναλογικά με την ηλικία. Εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες από ότι στους άντρες.
 Εμφανίζεται πολλές φορές σε ασθενείς με ιστορικό τραυματισμού του γόνατος (μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα), σε ασθενείς με μεγάλη καταπόνηση των αρθρώσεων, λόγω συνοδών ρευματικών παθήσεων καθώς επίσης λόγω διαταραχής του άξονα των κάτω άκρων.
 Τα κυριότερα συμπτώματα είναι ο πόνος ιδιαίτερα μετά από καταπόνηση, δυσκαμψία, οιδήματα. Χαρακτηριστικά ο ασθενής αναφέρει έξαρση του πόνου στις σκάλες, μετά από πεζοπορίες ή πολύωρη ορθοστασία. Σε προχωρημένες περιπτώσεις εμφανίζεται ο πόνος κατα την έναρξη της κίνησης καθώς και ο πόνος στο γόνατο σε φάση ηρεμίας ή κατα τη διάρκεια του ύπνου τη νύχτα.
 Η διάγνωση γίνεται αρχικά με την κλινική εξέταση. Στη συνέχεια απαιτούνται μια σειρά από ακτινογραφίες. Σε περιπτώσεις μη προχωρημένης οστεοαρθρίτιδας, η μαγνητική τομογραφία μπορεί να δείξει με μεγαλύτερη λεπτομέρεια βλάβες στο χόνδρο. Η θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας είναι στην αρχική φάση συντηρητική. Περιλαμβάνει φαρμακευτική θεραπεία του πόνου καθώς επίση και της φλεγμονής της άρθρωσης, φυσικοθεραπείες και θεραπείες ενδυνάμωσης και σταθεροποίησης του γόνατος. Επιπλέον κατα περίπτωση εφαρμόζονται ενδοαρθρικές ενέσεις με υαλουρονικό οξύ ή θεραπεία με PRP.
 Σε περίπτωση που η συντηρητική θεραπεία δεν έχει επαρκές αποτέλεσμα για τον ασθενή και επηρεάζεται η ποιότητα ζωής του ασθενούς τότε η λύση είναι η χειρουργική θεραπεία. Ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να χρειάζεται διόρθωση του άξονα του κάτω άκρου (οστεοτομία κνήμης ή μηρού) με διατήρηση της άρθρωσης ή αντικατάσταση ενός μόνο διαμερίσματος της άρθρωσης (μονοδιαμερισματική αρθροπλαστική)
 Σε προχωρημένη οστεοαρθρίτιδα του γόνατος η λύση είναι η ολική αρθροπλαστική του γόνατος. Πολύτιμο εργαλείο στα χέρια του χειρουργού είναι η ρομποτική ολική αρθροπλαστική του γόνατος ώστε να εξασφαλιστεί η απόλυτη ακρίβεια στην τοποθέτηση της νέας άρθρωσης. Η πολυετής εμπειρία του ορθοπαιδικού Χλιαβώρα Ιωάννη σε εξειδικευμένα κέντρα ολικών αρθροπλαστικών της Γερμανίας εξασφαλίζει την επιλογή της καταλληλότερης θεραπείας για το καλύτερο αποτέλεσμα για τον ασθενή.
 Οστεοαρθρίτιδα Ισχίου
 Η οστεοαρθρίτιδα ισχίου είναι μια εκφυλιστική πάθηση της άρθρωσης του ισχιου, η οποία αργά και προοδευτικά προκαλεί βλάβες στο χόνδρο και κατ επέκταση στις υπόλοιπες δομές της άρθρωσης του ισχίου. Εμφανίζεται κυρίως σε άτομα >50 ετών, αν και δεν αποκλείεται να εμφανιστεί και σε νεότερους ασθενείς εάν υπάρχει ιστορικό τραύματος, συγγενής δυσπλασία του ισχίου ή το σύνδρομο κοτυλομηριαίας προστριβής του ισχίου (CAM/Pincer femoroacetabular impingement), άσηπτη νέκρωση της κεφαλής του μηριαίου οστού. Εμφανίζεται και σε ασθενείς με ρευματοειδής αρθρίτιδα ή ψωριασική αρθρίτιδα.
 Η τυπική κλινική εικόνα είναι ο πόνος στη βουβωνική χώρα με αντανάκλαση στην πρόσθια επιφάνεια του μηρού μέχρι και το γόνατο, η δυσκαμψία της άρθρωσης του ισχίου στην αρχή της κίνησης, πολύ συχνά το πρωί κατα τα πρώτα βήματα, η σταδιακή απώλεια του εύρους της κίνησης. Σε προχωρημένες περιπτώσεις υπάρχει πόνος στην ηρεμία και νυχτερινός πόνος κατά τον ύπνο.
 Η διάγνωση γίνεται καταρχήν με την κλινική εξέταση. Η διενέργεια συγκεκριμένων ακτινογραφιών της λεκάνης και του ισχίου θα επιβεβαιώσουν τη διάγνωση. Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ίσως χρειαστεί η περεταίρω διερεύνηση μέσω μαγνητικής ή αξονική τομογραφίας. Η θεραπεία εξαρτάται από την αιτιολογία της πάθησης, το βαθμό της οστεοαρθρίτιδας, τη φυσική κατάσταση και ηλικία του ασθενούς.
 Σε αρχικά στάδια προτιμάται συντηρητική θεραπεία με φαρμακευτική αντιμετώπιση του πόνου, φυσικοθεραπείες, απώλεια βάρους. Κατα περίπτωση μπορούν να εφαρμοστούν ενέσεις υαλουρονικού οξέος ή κορτικοστεροειδών. Σε προχωρημένες περιπτώσεις οστεοαρθρίτιδας του ισχίου με επηρεασμό της ποιότητας ζωής του ασθενούς η λύση είναι η χειρουργική αντιμετώπιση με ολική αρθροπλαστική ισχίου.
 Μεγάλη καινοτομία στη χειρουργική θεραπεία είναι η μέθοδος ολικής αρθροπλαστικής ισχίου με ελάχιστη επεμβατικότητα με πρόσθια προσπέλαση (ASI) σε συνδυασμό με εξειδικευμένων Fast Track πρωτοκόλλων αποκατάστασης που εξασφαλίζουν την άμεση κινητοποίηση την ίδια μέρα του χειρουργείου, την ελαχιστοποίηση του μετεγχειρητικού πόνου και την αμεση επάνοδο του ασθενούς στην καθημερινότητά του.
 Κατάγματα του ισχίου
 Τα κατάγματα πέριξ της άρθρωσης του ισχίου συμβαίνουν συνήθως σε ηλικιωμένους ασθενείς μετά από πτώση στο ισχίο. Σε νεότερους ασθενείς απαιτείται μεγαλύτερη ενέργεια (π.χ. μετά από τροχαίο η πτώση από μεγάλο ύψος).
 Χωρίζονται σε δύο κυρίως κατηγορίες:
 
				α) Κατάγματα αυχένα μηριαίου οστού.β) Διατροχαντήρια κατάγματα του μηριαίου οστού. Η κλινική εικόνα είναι τυπική με έντονο πόνο στο ισχίο μετά από πτώση, αδυναμία κίνησης της άρθρωσης, βράχυνση και έξω στροφή του τραυματισμένου κάτω άκρου, αντανάκλαση του πόνου στην πρόσθια επιφάνεια του μηρού μέχρι το γόνατο. Για τη διάγνωση απαιτούνται ακτινογραφίες της λεκάνης και του ισχίου, οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν και για τον προγραμματισμο της θεραπείας. Σε σπάνιες περιπτώσεις ίσως χρειαστεί και αξονική τομογραφία. Η θεραπεία είναι κατα κανόνα χειρουργική για άμεση αποκατάσταση του προβλήματος και κινητοποίηση του ασθενούς. Το είδος της χειρουργικής θεραπείας καθορίζεται από τον τύπο του κατάγματος, την φυσική κατάσταση και την ηλικία του ασθενούς. Στα κατάγματα του αυχένα του μηριαίου οστού σε ηλικιωμένου ασθενείς απαιτείται η αντικατάσταση της άρθρωσης του ισχίου μέσα σε 24-48 ώρες. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι η καθυστέρηση πέρα αυτού του χρονικού ορίου συνδιάζεται με μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα του ασθενούς.Προτιμάται η ημιολική αρθροπλαστική ισχίου με σταθεροποίηση της πρόθεσης στο μηριαίο με τσιμέντο ενώ η κεφαλή αντικαθίσταται με μεταλλική κεφαλή και η κοτύλη της λεκάνης παραμένει ανέπαφη. Πλεονέκτημα είναι ο λιγότερος τραυματισμός των ιστών και ο μικρότερος χειρουργικός χρόνος. Σε περίπτωση συνυπάρχουσας οστεοαρθρίτιδας του ισχίου ή σε όχι τόσο ηλικιωμένους ασθενείς προτιμάται η ολική αρθροπλαστική του ισχίου με αντικατάσταση και της κοτύλης. Σε νεότερους ασθενείς υπάρχει η δυνατότητα σταθεροποίησης του αυχένα του μηριαίου με κοχλίες, εφόσον το χειρουργείο πραγματοποιηθεί άμεσα.
 Στα διατροχαντήρια κατάγματα διενεργείται ανάταξη του κατάγματος και σταθεροποίηση με ενδομυελικό ήλο. Υπάρχει μεγάλη πληθώρα μεγεθών και υλικών για την επιλογή ανάλογα με τον υποτύπο του διατροχαντήριου κατάγματος.
   Ρήξη προσθίου χιαστού συνδέσμουΗ ρήξη του προσθίου χιαστού είναι ένας συχνός τραυματισμός κατα τη διάρκεια αθλητικώνδραστηριοτήτων που απαιτούν απότομες αλλαγές κατεύθυνσης και υψηλού βαθμού εντάσεις (ποδόσφαιρο, καλαθοσφαίριση, σκι, πετοσφαίριση κ.α.). Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος προσδίδει σταθερότητα κατα την κίνηση στο προσθιοπίσθιο επίπεδο καθώς και σε στροφικές κινήσεις του γόνατος. Συνδυάζεται αρκετές φορές με τραυματισμούς άλλων δομών της άρθρωσης του γόνατος όπως ρήξη μηνίσκου, πλαγίων συνδέσμων ή βλάβες του χόνδρου.
 Κατά τη ρήξη του προσθίου χιαστού αντιλαμβάνεται ο ασθενής πολλές φορές ένα ‘’σκίσιμο’’ στο εσωτερικό του γόνατος που συνοδεύεται από έντονο πόνο. Η αστάθεια είναι ένα συχνό σύμπτωμα καθώς και το έντονο οίδημα που προκαλεί δυσκαμψία της άρθρωσης. Για τη διάγνωση πρέπει να ακολουθηθεί μία λεπτομερής και προσεκτική κλινική εξέταση ώστε να διαπιστωθεί ο βαθμός της αντικειμενικής αστάθειας της άρθρωσης, καθώς επίσης και να ελεγχθούν όλες οι δομές του γόνατος για τυχόν συνυπάρχουσες βλάβες.
 Η μαγνητική τομογραφία του γόνατος είναι απαραίτητη για τη διάγνωση τόσο αυτής καθεαυτής της ρήξης όσο και την κατάσταση της υπόλοιπης άρθρωσης. Η θεραπεία εξατομικεύεται ανάλογα με τον ασθενή. Κατα κανόνα σε νεαρό, αθλητικά ενεργό ασθενή με συνοδές βλάβες του γόνατος προτιμάται η άμεση χειρουργική αποκατάσταση του πρόσθιου χιαστού με αυτόλογο μόσχευμα (ημιτενοντώδη, επιγονατιδικό ή τετρακέφαλο σύνδεσμο).
 Υπάρχει η δυνατότητα σε συγκεκριμένους τύπους ρήξης του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου, εφόσον το επιτρέπει το διεγχειρητικό εύρημα και η εγχείρηση γίνεται τις πρώτες 3 εβδομάδες μετά τον τραυματισμό, να πραγματοποιηθεί συρραφή του προσθίου χιαστού συνδέσμου χωρίς την ανάγκη μοσχεύματος. Σε κάθε περίπτωση αντιμετωπίζονται ταυτόχρονα και τυχόν άλλες βλάβες του γόνατος (ρήξη μηνίσκου, βλάβες χόνδρου κτλ.)
   Ρήξη μηνίσκουΟι μηνίσκοι είναι ινοχόνδρινα ημισεληνοειδή “μαξιλαράκια” που συμπληρώνουν τις επιφάνειες ανάμεσα στις ανομοιόμορφες αρθρικές επιφάνειες στην άρθρωση του γόνατος. Ο ρόλος τους είναι να μοιράζουν το φορτίο ομοιόμορφα στις αρθρικές επιφάνειες του γόνατος, να προστατεύουν τον χόνδρο των αρθρικών επιφανειών, να απορροφούν τους κραδασμούς κατα τη διάρκεια των κινήσεων του γόνατος και μαζί με άλλες ανατομικές δομές να συμβάλλουν στη σταθερότητα του γόνατος. Χωρίζονται σε έσω και έξω μηνίσκος, ανάλογα σε ποιο σημείο του γόνατος βρίσκονται. Η ρήξη του μηνίσκου (έσω με μεγαλύτερη συχνότητα από τον έξω) είναι από τις πιο συχνές παθήσεις του γόνατος. Είναι αποτέλεσμα έντονης στροφικής κίνησης με κάμψη του γόνατος, είτε κατα τη διάρκεια αθλητικής κάκωσης (συχνά εμφανίζεται με ρήξη προσθίου χιαστού), είτε και χωρίς έντονο τραυματισμό λόγω εκφύλισης σε μεγαλύτερες ηλικίες.
 Ο ασθενής διαμαρτύρεται συνήθως για έντονο πόνο στο έσω ή έξω μέρος της άρθρωσης κατα τη διάρκεια απότομης στροφικής κίνησης ή αλλαγής κατεύθυνσης, σε κάμψη του γόνατος με φόρτιση. Χαρακτηριστικός είναι ο πόνος σε ανεβοκατέβασμα σκάλας. Η κλινική εξέταση μπορεί να αναδείξει την έντονη υποψία της βλάβης. Η μαγνητική τομογραφία του γόνατος είναι η εξέταση εκλογής για τη διάγνωση. Η θεραπεία εξαρτάται από την ηλικία και τις απαιτήσεις του ασθενούς σε καθημερινό επίπεδο.
 Σε νέο ασθενή με οξεία τραυματική ρήξη του μηνίσκου προτιμάται η άμεση χειρουργική θεραπεία με συρραφή του μηνίσκου ή μερική μηνισκεκτομή. Σε μεγαλύτερες ηλικίες και εκφυλιστικού τύπου ρήξη του μηνίσκου προτιμάται η συντηρητική θεραπεία με φαρμακευτική αντιμετώπιση του πόνου και του οιδήματος, φυσικοθεραπεία και χρήση ειδικών ναρθήκων. Σε περίπτωση που η συντηρητική θεραπεία δεν έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα ή έχουμε το λεγόμενο “μπλοκάρισμα” του γόνατος προτιμάται η χειρουργική θεραπεία με μερική μηνισκεκτομή.
 Βλάβες αρθρικού χόνδρου γόνατος: από τη διάγνωση στη σωστή θεραπεία.
 Οι βλάβες του αρθρικού χόνδρου του γόνατος συμπεριλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα βλαβών, από μεμονωμένα τοπικά ελλείμματα αρθρικού χόνδρου έως γενικευμένη εκφυλιστική αρθρίτιδα με εκτεταμένες βλάβες του χόνδρου σε περισσότερα σημεία της άρθρωσης του γόνατος. Υπάρχει πληθώρα θεραπευτικών επιλογών. Η επιτυχία της θεραπείας προϋποθέτει σωστή διάγνωση, εξοικείωση του θεράποντα ιατρού με όλες τις μεθόδους, σωστή ένδειξη με βάση τα διαγνωστικά αποτελέσματα και συνυπολογισμό των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του κάθε ασθενούς.
 Αιτιολογία
 
				Οξύς τραυματισμός.Παλιός τραυματισμός με επακόλουθη χρόνια αστάθεια της άρθρωσης.Διαχωριστική οστεοχονδρίτιδα. Συμπτωματα-ΔιάγνωσηΤα κύρια συμπτώματα με τα οποία εμφανίζεται ένας ασθενής με βλάβες του αρθρικού χόνδρου είναι ο πόνος, τις περισσότερες φορές εντοπισμένος σε ένα συγκεκριμένο σημείο, οιδήματα, δυσκαμψία. Μερικές φορές εμφανίζεται μπλοκάρισμα κατά την κίνηση και αστάθεια.
 Συνήθως υπάρχει στο ιστορικό τραυματισμός του γόνατος, ενώ μερικές φορές διαγιγνώσκονται ως τυχαίο εύρημα μετά από μαγνητική τομογραφία του γόνατος ή κατα τη διάρκεια αρθροσκόπησης του γόνατος για άλλη αιτιολογία. Η κλινική εξέταση σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη ανάλυση της κινητικότητας του γόνατος, του τύπου της βάδισης του ασθενούς, έλεγχο των συνδεσμικών στοιχείων καθώς και του άξονα του κάτω άκρου.Για τη διάγνωση χρειάζεται αρχικά ακτινολογικός έλεγχος του γόνατος ώστε να εκτιμηθεί εάν υπάρχει προχωρημένη οστεοαρθρίτιδα ή κάποια διαταραχή της επιγονατίδας ή του άξονα του κάτω άκρου. Για μικρότερες ή μεμονωμένες βλάβες του χόνδρου η εξέταση εκλογής είναι η μαγνητική τομογραφία.
 Θεραπεία
 
				Συντηρητική αντιμετώπιση ανάλογα με την έκταση της βλάβης, την ηλικία καθώς και τις απαιτήσεις του ασθενούς σε καθημερινή σωματική επιβάρυνση.Αρθροσκοπικές τεχνικές:Αρθροσκοπική χονδροπλαστική/Debridement σε περιπτώσεις μερικού πάχους βλαβών με μεγάλη έκταση και ασταθή τμήματα χόνδρου.Μικροκατάγματα/Μικροτρυπανισμοί, σε περιορισμένης έκτασης (λιγότερο απο 2x2cm), ολικού πάχους βλάβες του χόνδρου. Μέσω των μικρών τρυπών που πραγματοποιούνται αναδύονται βλαστοκύτταρα στην επιφάνεια στην περιοχή της βλαβης και δημιουργούν ινώδη χόνδρο.Τεχνική AMIC(Autologous Matrix-induced Chondrogenesis): συνδυασμός μικροτρυπανισμών με τοποθέτηση μιας βιολογικής μεμβράνης στη βλάβη για υποστήριξη της διαφοροποίησης των κυττάρων σε χονδροκύτταρα.Αυτόλογη Μεταμόσχευση Οστεοχόνδρινων Κυλίνδρων (ΟΑΤS). Οστεοχόνδρινοι κύλινδροι μεταφέρονται με ειδικά εργαλεία από μία μη φορτίζουσα επιφάνεια της άρθρωσης στην περιοχή της βλάβης. Προτιμάται σε περιπτώσεις όπου συνυπάρχει βλάβη και του υποκείμενου οστού.Αυτόλογη μεταμόσχευση χονδροκυττάρων (ACI). Μετά από λήψη χονδροκυττάρων από υγιές σημείο της άρθρωσης μπορεί να γίνει είτε άμεση εμφύτευση αυτών, μετά από επεξεργασία, στο σημείο της βλάβης κατα τη διάρκεια του ίδιου χειρουργείου, είτε μετά από βιολογική καλλιέργεια των χονδροκυττάρων σε ειδικό εργαστήριο η αρθροσκοπική ή με μία μικρή τομή αυτόλογη μεταμόσχευσή τους μετά από περίπου 3 εβδομάδες. Οι βλάβες του χόνδρου του γόνατος δεν σημαίνουν αναγκαστικά ότι ξεκίνησε η καταστροφή της άρθρωσης. Η ανάπτυξη όλων αυτών των τεχνικών ελάχιστηςεπεμβατικότητας παρέχει τη δυνατότητα αποκατάστασης του προβλήματος και καθυστέρηση της προοδευτικής εκφύλισης της άρθρωσης. Βασική προϋπόθεση βέβαια είναι η μακροχρόνια εξοικείωση του ιατρού με όλες τις τεχνικές καθώς και με τεχνικές αποκατάστασης συνοδών βλαβών (αποκατάσταση συνδεσμικών βλαβών, βλαβών των μηνίσκων, διόρθωσης του άξονα του κάτω άκρου κτλ), η γνώση και εφαρμογή των σωστών ενδείξεων καθώς και η σωστή και πλήρης πληροφόρηση του ασθενούς για την έκταση του προβλήματος και τις θεραπευτικές επιλογές.
   Εξάρθρημα επιγονατίδας - Αστάθεια επιγονατίδαςΤο εξάρθρημα της επιγονατίδας είναι μία κατάσταση στην οποία η επιγονατίδα εκτοπίζεται εκτός της τροχιλίας του μηρού, προς τα έξω σε μη φυσική θέση. Συνήθως είναι αποτέλεσμα τραυματισμού της άρθρωσης του γόνατος, είτε λόγω άμεσου χτυπήματος στην επιγονατίδα είτε σε κάποια απότομη στροφική κίνηση του γόνατος με πτώση.
 Για το εξάρθρημα της επιγονατίδας υπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες που προκαλούν την αστάθεια στην επιγονατιδομηριαία άρθρωση, όπως χαλαρότητα συγκεκριμένων συνδέσμων, ανατομική παραλλαγή της τροχιλίας και της επιγονατίδας, υψηλή θέση της επιγονατίδας κ.ά. Ο υψηλός βαθμός της αστάθειας μπορεί να οδηγήσει σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια εξαρθρημάτων.
 Το εξάρθρημα της επιγονατίδας είναι μία οξεία κατάσταση και συνοδεύεται από έντονο πόνο, μπλοκάρισμα και παραμόρφωση του γόνατος και αδυναμία κίνησης.
 απαιτείται άμεση ανάταξη και ακινητοποίηση μέχρι τις απαραίτητες εξετάσεις. Η αστάθεια της επιγονατίδας είναι μία κατάσταση που συνοδεύεται από πόνο κατά την
 βάδιση ή άσκηση, αστάθεια, αίσθηση ότι η επιγονατίδα “πάει να βγει”, οιδήματα. Με την πάροδο του χρόνου μπορεί να οδηγήσει σε αρθρίτιδα της επιγονατίδας.
 Η διαγνωση γίνεται μετά από λεπτομερές ιστορικό, εξειδικευμένη κλινική εξέταση και με τη βοήθεια ακτινογραφιών και μαγνητικής τομογραφίας του γόνατος.
 Η θεραπεία εξαρτάται από το βαθμό της αστάθειας, από την ηλικία του ασθενούς, από το επίπεδο και το είδος αθλητικής άσκησης του ασθενούς, από την αιτιολογία της αστάθειας και το είδος των παραλλαγών ή και βλαβών των ανατομικών δομών της άρθρωσης. Κατά κανόνα εφαρμόζεται αρχικά η συντηρητική αντιμετώπιση με φαρμακευτική αγωγή, ειδικούς νάρθηκες και φυσικοθεραπείες. Σε περίπτωση σοβαρής αστάθειας με αποτυχία της συντηρητικής θεραπείας, συστήνεται η χειρουργική θεραπεία με αρθροσκόπηση του γόνατος και είτε συρραφή του έσω καθεκτικού συνδέσμου, είτε δυναμική αποκατάσταση του έσω καθεκτικού συνδέσμου με μεταφορά του ισχνού ή ημιτενοντώδη συνδέσμου, είτε συνδεσμοπλαστική με αυτομόσχευμα.
 Ρήξη Αχίλλειου Τένοντα
 Ο Αχίλλειος τένοντας καταφύεται στην φτέρνα και είναι ο πιο ισχυρός και μεγάλος τένοντας του ανθρώπινου σώματος. Αποτελεί βασικό ανατομικό παράγοντα για την ομαλή βάδιση, το τρέξιμο, το άλμα. Η ρήξη του Αχίλλειου τένοντα συνδέεται πολύ συχνά με αθλητικές κακώσεις, είτε σε εξαιρετικά έντονες επιβαρύνσεις ή άμεση πλήξη σε νεότερους αθλητές, είτε συνήθως σε ασθενείς μέσης ηλικίας που λαμβάνουν μέρος σε αθλητικές δραστηριότητες χωρίς κατάλληλη προετοιμασία. Στους τελευταίους μερικές φορές αρκεί μία έντονη επιτάχυνση ή απότομη αλλαγή κατεύθυνσης. Προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η ηλικία, ανατομική ανωμαλία του ποδιού (πλατυποδία) μεταβολικές παθήσεις, το κάπνισμα, η αρθρίτιδα.
 Η ρήξη του Αχίλλειου τένοντα εκδηλώνεται αμέσως με έντονο πόνο και αίσθημα “σχισίματος” στην περιοχή του Αχίλλειου τένοντα. Άμεσα εμφανίζεται οίδημα στην περιοχή και αδυναμία βάδισης και στάσης στο συγκεκριμένο πόδι.
 Η διάγνωση της ρήξης του Αχίλλειου τένοντα γίνεται κατά κανόνα με την κλινική εξέταση. Συμπληρωματικά μπορεί να βοηθήσει ο υπέρηχος και η μαγνητική τομογραφία, κυρίως σε περιπτώσεις που υποψιαζόμαστε υψηλής ρήξης του Αχίλλειου τένοντα κοντά στο σημείο του μυός. Η θεραπεία περιλαμβάνει την άμεση εφαρμογή συντηρητικών μεθόδων, όπως ακινητοποίηση με ειδικά στηρίγματα σε συγκεκριμένη θέση, αποιδηματική θεραπεία, κρυοθεραπεία, φαρμακευτική αγωγή με αντιφλεγμονώδη και βάδιση με πατερίτσες και αντιπηκτική αγωγή.Σε περιπτώσεις πλήρους ρήξης και αν δεν υπάρχουν αντενδείξεις (μεγάλη ηλικία, συνοδά νοσήματα, ασθενής χωρίς μεγάλες απαιτήσεις στην καθημερινή κινητοποίηση) τότε η οριστική θεραπεία της ρήξης του Αχίλλειου τένοντα είναι κατά κανόνα χειρουργική, είτε με συρραφή του Αχίλλειου τένοντα είτε με χρήση μοσχευμάτων. Πολύ σημαντική για την καλή έκβαση ενός χειρουργείου είναι η μετέπειτα αποκατάσταση με βσυγκεκριμένο πρόγραμμα κινητοποίησης του ποδιού και φυσικοθεραπείες.
   Τενοντίτιδα Αχίλλειου τένονταΗ τενοντίτιδα του Αχίλλειου τένοντα είναι μία φλεγμονή στο σημείο της πρόσφυσης του Αχίλλειου τένοντα στη φτέρνα. Προκαλείται συνήθως λόγω έντονης καταπόνησης στο συγκεκριμένο σημείο μετά από έντονη αθλητική δραστηριότητα (ιδιαίτερα σε αθληματα με πολλά άλματα ή επιταχύνσεις), λόγω κακής προθέρμανσης ή αποκατάστασης μετά την άσκηση, λόγω κάποιων ανατομικών παραλλαγών του ποδιού (πλατυποδία, ανισοσκελία), λόγω πολλών μικροτραυματισμών, λόγω ακατάλληλων υποδημάτων. Η συχνότητα της τενοντίτιδας του Αχίλλειου τένοντα αυξάνεται αναλογικά με την ηλικία.
 Η τενοντίτιδα του Αχίλλειου τένοντα εκδηλώνεται με πόνο στο συγκεκριμένο σημείο, κυρίως στην κίνηση και τη βάδιση, πρήξιμο, δυσκαμψία και δυσκολία στη βάδιση. Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εξέταση και τη βοήθεια υπερήχου και μαγνητικής τομογραφίας. Η θεραπεία της τενοντίτιδας του Αχίλλειου τένοντα είναι συντηρητική και περιλαμβάνει την αντιμετώπιση της φλεγμονής με αντιφλεγμονώδη θεραπεία, κρυοθεραπεία, χρήση ειδικών πάτων στα υποδήματα και φυσικοθεραπείες.
 Σε περίπτωση που τα συμπτώματα επιμένουν τότε ενδείκνυται η θεραπεία με PRP για την ενίσχυση της αναγέννησης των φθαρμένων ιστών. Σε σπάνιες περιπτώσεις που η συντηρητική θεραπεία δεν βοηθάει καθόλου και υπάρχει έντονη εκφύλιση του Αχίλλειου τένοντα ίσως χρειαστεί χειρουργική επέμβαση.
 |